Οι Ελληνικές Κοινότητες της Αιγύπτου και η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισαν να τιμήσουν τον Μοχάμετ Άλι Πασά, αναμορφωτή της Αιγύπτου, ηγέτη που επέτρεψε την εμπλοκή των Ελλήνων στην καλλιέργεια και εμπορία βαμβακιού. Γύρω στα 1929, λήφθηκε η απόφαση να στηθεί ανδριάντας του κυβερνήτη στη γενέτειρα πόλη του, την Καβάλα, μπροστά από το κονάκι του. Μέσω των πρεσβειών, επιλέχθηκε ο Έλληνας γλύπτης με τη διεθνή καριέρα και φήμη, Κωνσταντίνος Δημητριάδης, για να εκτελέσει το έργο.
Γεννημένος το 1881, ο Κωνσταντίνος Δημητριάδης σπούδασε γλυπτική στην Αθήνα, το Μόναχο και το Παρίσι. Το 1905 άνοιξε δικό του εργαστήριο στη γαλλική πρωτεύσουσα. Συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 στο Παρίσι, όχι σε αθλητικό αγώνισμα, αλλά στη γλυπτική, καθώς το πρόγραμμα περιελάμβανε και καλλιτεχνικούς αγώνες. Το έργο του Ο δισκοβόλος (Discobole Finlandais) κέρδισε το χρυσό μετάλλιο. Σήμερα βρίσκεται στη Νέα Υόρκη, ενώ αντίγραφό του υπάρχει στην Αθήνα, απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο.
Το 1930 επέστρεψε στην Αθήνα και, με παρέμβαση του Ελευθέριου Βενιζέλου, διορίστηκε πρώτος διευθυντής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών και καθηγητής της γλυπτικής, θέση που διατήρησε έως τον θάνατό του. Συνεργάστηκε επίσης με τους καλλιτέχνες Φωκίωνα Ρωκ και Θωμά Θωμόπουλο για το μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου στην Πλατεία Συντάγματος της Αθήνας (1932).
Οι προτομές και τα άλλα δημόσια μνημεία που δημιούργησε χαρακτηρίζονται ως έργα ρεαλιστικά. Ωστόσο, το υπόλοιπο έργο του Δημητριάδη, το ιδιωτικό, είναι επηρεασμένο από το έργο του γάλλου γλύπτη Auguste Rodin ως προς την επιλογή και την απόδοση των θεμάτων του. Στο ιδιωτικό του έργο, ο Δημητριάδης έδωσε έμφαση στην κίνηση και το στιγμιαίο και επεξεργάσθηκε την ανθρώπινη ανατομία σε βαθμό που να την κάνει αλληγορικό σύμβολο κατά τα πρότυπα του Rodin.
Ο γλύπτης επισκέφθηκε το Κάιρο για συζητήσεις και επιστρέφοντας στην Ελλάδα, μετέβη για πρώτη φορά στην Καβάλα (29/5/1930). Ολοκληρώνοντας την επιτόπια μελέτη του, κατέθεσε τις προτάσεις του στο Υπουργείο Συγκοινωνιών για τις απαραίτητες απαλλοτριώσεις των γύρω γαιών και την κατεδάφιση των γύρω ετοιμόρροπων οικημάτων, για τη διαμόρφωση της πλατείας που επρόκειτο να φιλοξενήσει το άγαλμα. Μετά από επίμονες συστάσεις για να κινηθεί η διαδικασία, τον Οκτώβριο του 1930 ξεκίνησαν οι εργασίες που ολοκληρώθηκαν το 1933. Για τη διαμόρφωση της πλατείας με τις επάλληλες ζώνες και τη διπλή σκάλα, χρησιμοποιήθηκαν πωρόλιθος, μάρμαρο και τσιμεντοκονία. Τα πρότυπα είναι κλασικιστικά. Το έργο επιθεώρησε επίσης ο αρχιτέκτονας της Βασιλικής Αυλής της Αιγύπτου, Ernesto Verucci Bey.
Μετά από εκτενή αλληλογραφία με τους παράγοντες της Ελληνικής Κοινότητας της Αιγύπτου και αντίθετα με τα αρχικά σχέδια του καλλιτέχνη για έναν όρθιο ανδριάντα, το 1930 οριστικοποιήθηκε η επιλογή ενός έφιππου. Υπήρχε εξάλλου ένα αντίστοιχο πρότυπο στην Αλεξάνδρεια, ο έφιππος ανδριάντας του Μοχάμετ Άλι από τον Γάλλο γλύπτη Henri Alfred Jackemart. Ο αρχιτέκτονας της Βασιλικής Αιγυπτιακής Αυλής, Ernesto Verucci Bey, παρήγγειλε και έστειλε στο εργαστήριο του Δημητριάδη ένα ειδικό κοστούμι και τουρμπάνι ώστε να του χρησιμεύσουν ως υπόδειγμα της ενδυμασίας του Μοχάμετ Άλι. Το 1931 ο Δημητριάδης παρουσίασε μια ολοκληρωμένη μακέτα της πλατείας στο Κάιρο. Το διάστημα 1931-1933, δημιούργησε το πρόπλασμα του αγάλματος. Ακολούθησε η χύτευση του ορειχάλκινου ανδριάντα στο περίφημο χυτήριο Rudier, όπου χύτευε τα έργα του και ο Rodin, θαυμαστής του οποίου υπήρξε ο Δημητριάδης.
Στις 28 Μαΐου 1934, ο ανδριάντας παραδόθηκε από τον γλύπτη στον τότε δήμαρχο της Καβάλας Δημήτριο Παρτσαλίδη. Τα επόμενα 15 χρόνια, χρόνια πολέμου και κατοχής, ο ανδριάντας παρέμενε σκεπασμένος με λινάτσες. Τα επίσημα αποκαλυπτήρια του αγάλματος έγιναν τελικά στις 6 Δεκεμβρίου 1949, έναν αιώνα μετά τον θάνατο του Μοχάμετ Άλι. Από την επίσημη εκδήλωση έλειπε ο Κωνσταντίνος Δημητριάδης, ο οποίος είχε πεθάνει το 1943.
Discover more…
Μοχάμετ Άλι Πασάς | Οικία Μοχάμετ Άλι | Ιμαρέτ του Μοχάμετ Άλι
© 2023 MOHA Research Center