Η εγκατάσταση της Έλλης Χρυσίδου “Πιτσιπόι” δημιουργεί εικόνες που έστω και φευγαλέα κάνουν τον θεατή να σκεφτεί το κενό, την απουσία, τον αποχωρισμό, το τραύμα, την ονειροπόληση, την επιστροφή, την επανένωση, την αναζωογονητική δύναμη του παιχνιδιού, και της δημιουργίας ενός φανταστικού κόσμου όταν όλα φαίνονται να έχουν χαθεί.
Ο τίτλος του έργου είναι δανεισμένος από το όνομα που έδιναν οι Εβραίοι της Γαλλίας στον άγνωστο προορισμό, κάπου Ανατολικά, για τον οποίο έφευγαν τα τρένα από τα στρατόπεδα κράτησης. Σκαρφίστηκαν μια παιχνιδιάρικη λέξη για να ορίσουν το άγνωστο. Μια λέξη που φανερώνει την ανάγκη για ελπίδα, αντίσταση, απελευθέρωση, επανάκτηση της αξιοπρέπειας, νέους δεσμούς και όνειρα για το μέλλον.
Αυτός ο τόπος των ανάμεικτων συναισθημάτων απλώνεται στους χώρους του πρώτου ορόφου του Μουσείου Μοχάμετ Άλι και χωρίζεται σε τρία κεφάλαια/στιγμιότυπα. Στο πρώτο, ένα σύνολο φωτεινών στηλών σχηματίζει ένα απο-συντεθειμένο αστέρι. Γύρω του, φωτεινά σκαμπό και ένα παιδικό αρκουδάκι στο κέντρο. Στα τζάμια μεταξύ του δωματίου αυτού και του κεντρικού χώρου, το δεύτερο -μεταβατικό- κεφάλαιο. Η φιγούρα ενός παιδιού, ενός μικρού κοριτσιού που αιωρείται στο μεταίχμιο, παρέα με το αγαπημένο του παιχνίδι. Πώς έφτασε εδώ, από πού και για πού; Στον κεντρικό χώρο, το τρίτο κεφάλαιο αναπτύσσεται και πάλι στα παράθυρα, ενώνοντας το μέσα με το έξω. Φιγούρες και αποσπασματικές σκηνές, εικόνες και σχέδια παρμένα από την τέχνη μαρτυρώντας την ικανότητα του ανθρώπου να πλάθει νέους, φανταστικούς κόσμους, μπλέκονται με το τοπίο, τα δέντρα και τη θάλασσα. Φιγούρες που μπορεί να είναι οι ήρωες ενός παραμυθιού. Σκηνές που μπορεί να είναι στιγμιότυπα της ζωής που ονειρευόμασταν όταν ήμασταν παιδιά, ενός κόσμου ανάμεσα στην πραγματικότητα και το παιχνίδι.
Η εγκατάσταση επενδύεται από πρωτότυπο ηχοτοπίο του μουσικού παραγωγού Μενέλαου Λώμη, ένα soundtrack που συνοδεύει τις εικόνες και υπογραμμίζει τα συναισθήματα. Επίσης, στον κεντρικό χώρο του Μουσείου, οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν την ανάγνωση του παραμυθιού Τα ξυλοπάπουτσα διηγούνται. Μια αληθινή ιστορία της Οριέττας Τρέβεζα-Σούση.
Η δυναμική σχέση μεταξύ των τριών κεφαλαίων της εγκατάστασης, το αμφίδρομο πέρασμα από το ένα στιγμιότυπο στο άλλο, και η ενεργοποίηση του χώρου μέσα από την απουσία ή την παρουσία, σηματοδοτούν την ρευστότητα, την αβεβαιότητα, την ευαλωτότητα αλλά ταυτόχρονα και την δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων ανάγεται σε σύμβολο των αμέτρητων πράξεων στοχοποίησης και βίας εναντίων συγκεκριμένων ομάδων ανθρώπων, από τις οποίες βρίθει η ανθρώπινη ιστορία ακόμη και σήμερα. H εγκατάσταση προχωρά πέρα από την κυριολεκτική αναπαράσταση της βίας, στον κόσμο των συναισθημάτων, προκαλώντας στον θεατή το αίσθημα της ενσυναίσθησης με τα θύματα της βίας, αποκαλύπτοντας τον παραλογισμό της, αλλά και θέτοντας το ερώτημα: τι θα έκανα, τι θα σκεφτόμουν και τι θα αισθανόμουν εγώ, αν βρισκόμουν σ’αυτήν τη θέση; Μπορούμε να φανταστούμε μία κοινωνία που με παιδική αθωότητα διεκδικεί την αποδοχή και τον σεβασμό, χωρίς κατασκευασμένα στερεότυπα και τεχνητούς διαχωρισμούς;
“Κοίταξα όμως και έξω από το ανοιχτό παράθυρο, αφήνοντας τα χέρια μου να περιπλανηθούν πάνω από την πόλη του Άμστερνταμ. Πάνω από τις στέγες και προς τον ορίζοντα, μία γαλάζια λωρίδα, τόσο χλωμή, που ήταν σχεδόν αόρατη. Όσο υπάρχει αυτό, σκέφτηκα, αυτή η λιακάδα και αυτός ο ανέφελος ουρανός, και για όσο μπορώ να τα απολαμβάνω, πώς μπορώ να είμαι λυπημένη;”
Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ
Η δράση υλοποιείται με τη συνεργασία της ArtBOX και του προγράμματος Freiraum που παραχωρεί τη φορητή σκηνή/φωτιστική εγκατάσταση.
H Έλλη Χρυσίδου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1956 και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Nancy στη Γαλλία. Δίδαξε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Saint-Etienne (Γαλλία) από το 1990 ως το 2007. Έχει παρουσιάσει τη δουλειά της σε 15 ατομικές και πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Πέρα από την αμιγώς καλλιτεχνική και διδακτική της εργασία, ασχολήθηκε επίσης με την σκηνογραφία, την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων και τον σχεδιασμό οπτικής επικοινωνίας.
Μεταξύ 2013-2019 ήταν Αντιδήμαρχος Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης. Υπό αυτήν την ιδιότητα, συνδιαμόρφωσε και ηγήθηκε του προγράμματος “LABattoir – Τέχνη για την Κοινωνική Αλλαγή”, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 2017-2019 χάρη σε ιδρυτική επιχορήγηση από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Το 2020, ήταν υπεύθυνη του διαδικτυακού εργαστηρίου “How to Build a Community” (Πώς να οικοδομήσουμε μια κοινότητα), που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του έργου Common Lab του Goethe- Institut Thessaloniki και της ArtBOX, και είχε σαν στόχο να προσφέρει διέξοδο στην κατάσταση παρατεταμένης καραντίνας μέσα από τη δημιουργία μιας διαδικτυακής κοινότητας με συνδετικό κρίκο την δημιουργικότητα. Από το 2021, συνεχίζει τη συνεργασία της με το πρόγραμμα Common Lab ως υπεύθυνη του διαδικτυακού εργαστηρίου “Tale of X Cities”, με στόχο την δημιουργία ενός δικτύου φορέων και πολιτών από όλη την περιοχή της Βορείου Ελλάδας, μέσα από την παροχή εκπαίδευσης στη χρήση νέων μέσων (media literacy), την αφήγηση ιστοριών, και την συνδιαμόρφωση ενός υβριδικού Φεστιβάλ.
Έργα της υπάρχουν σε μεγάλες δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.